άνεμος Posted on 15th April 2016 by Luka — Leave a reply άνεμος https://fjalor.shqipopedia.org/wp-content/uploads/gr/audio/άνεμος.mp3 (αρσενικό ουσιαστικό – emër. gjin. mashk.) erë (që fryn) ενικός πληθυντικός ονομαστική ο άνεμος οι άνεμοι γενική του ανέμου των ανέμων αιτιατική τον άνεμο τους ανέμους κλητική άνεμε άνεμοι