χαλάζι


χαλάζι

(ουδέτερο ουσιαστικό – emër. gjin. asnj.)

breshër

ενικός πληθυντικός
ονομαστική το χαλάζι τα χαλάζια
γενική του χαλαζιού των χαλαζιών
αιτιατική το χαλάζι τα χαλάζια
κλητική χαλάζι χαλάζια

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *