ψαμμίτης Posted on 15th April 2016 by Luka — Leave a reply ψαμμίτης https://fjalor.shqipopedia.org/wp-content/uploads/gr/audio/ψαμμίτης.mp3 gur ranor (αρσενικό ουσιαστικό- emër. gjin. mashk.) ενικός πληθυντικός ονομαστική ο ψαμμίτης οι ψαμμίτες γενική του ψαμμίτη των ψαμμιτών αιτιατική τον ψαμμίτη τους ψαμμίτες κλητική ψαμμίτη ψαμμίτες