φωτισμός Posted on 15th April 2016 by Luka — Leave a reply φωτισμός https://fjalor.shqipopedia.org/wp-content/uploads/gr/audio/φωτισμός.mp3 ( αρσενικό ουσιαστικό – emër. gjin. mashk.) ndriçim ενικός πληθυντικός ονομαστική ο φωτισμός οι φωτισμοί γενική του φωτισμού των φωτισμών αιτιατική το φωτισμό τους φωτισμούς κλητική φωτισμέ φωτισμοί