χορδή Posted on 15th April 2016 by Luka — Leave a reply χορδή https://fjalor.shqipopedia.org/wp-content/uploads/gr/audio/χορδή.mp3 ( θηλυκό ουσιαστικό – emër. gjin. fem.) fill akord ενικός πληθυντικός ονομαστική η χορδή οι χορδές γενική της χορδής των χορδών αιτιατική τη(ν) χορδή τις χορδές κλητική χορδή χορδές