ψαράς Posted on 15th April 2016 by Luka — Leave a reply ψαράς https://fjalor.shqipopedia.org/wp-content/uploads/gr/audio/ψαράς.mp3 peshkatar (αρσενικό ουσιαστικό- emër. gjin. mashk.) ενικός πληθυντικός ονομαστική ο ψαράς οι ψαράδες γενική του ψαρά των ψαράδων αιτιατική τον ψαρά τους ψαράδες κλητική ψαρά ψαράδες